13 Ιουνίου 2017

Όταν άγγιξα (παραλίγο) τον Γιόχαν

Άρθρο του Αλέξανδρου Λοθάνο, για τα 10 χρόνια των Balacticos


Τους βιολογικούς μου γονείς τους έχασα πολύ νωρίς (για εμένα), το 2003 και το 2009. Τον ποδοσφαιρικό μου πατέρα, τον έχασα στις 24 Μαρτίου του 2016. Εκείνο το θλιβερό πρωινό, που πληροφορήθηκα ότι ο Γιόχαν Κρόιφ ξεκίνησε για το μεγάλο ταξίδι.

Πατέρας μου γιατί, παρ’ ότι δεν τον είδα ποτέ αγωνιζόμενο «ζωντανά» (γεννηθείς το 1976 γαρ), σημάδεψε ως πατέρας τα (ποδοσφαιρικά) βιώματά μου. Όταν, άλλωστε, άρχισα να ασχολούμαι σοβαρά με την μπάλα, εκεί στα 12-13 μου, ο Γιόχαν επέστρεφε στην Βαρκελώνη για να κάνει (ακόμα πιο ή ξανά, εσείς διαλέγετε) μεγάλη την δεύτερη πιο δυνατή ποδοσφαιρική αγάπη της ζωής του, μετά τον Άγιαξ.

Εκείνες τις πρώτες ώρες της περισυλλογής, ήρθαν στο μυαλό μου δεκάδες όμορφες στιγμές που προέκυψαν από το πέρασμα του Κρόιφ από την Μπάρσα ως προπονητή. Και δεν αφορούσαν μόνο τη «Ντριμ Τιμ» του, αλλά τα κατορθώματα των παιδιών του: Του Φρανκ, του Πεπ, του Τίτο, του «Λούτσο»…

Πρωτίστως, όμως, στο μυαλό ήρθε η στιγμή που παραλίγο να αγγίξω τον «ιπτάμενο Ολλανδό». Ήταν τέλη Αυγούστου του 1989 και ξόδευα τις τελευταίες ημέρες των σχολικών μου διακοπών στην Βαρκελώνη, αφού πλέον είχα μετακομίσει μόνιμα στην Αθήνα. Παρά την εποχή, στην αγαπημένη μας πόλη έβρεχε καταρρακτωδώς, με αποτέλεσμα να κινδυνεύσει σοβαρά η διεξαγωγή του τουρνουά «Ciutat de Barcelona», στον οποίο επρόκειτο να τεθούν αντιμέτωπες για πρώτη φορά, και τελευταία μέχρι σήμερα τουλάχιστον, οι δύο ομάδες της Βαρκελώνης.

Στην συμφωνία για την μεταγραφή των Μικέλ Σολέρ και Ερνέστο Βαλβέρδε (παρεμπιπτόντως, καλή επιτυχία Ερνέστο), Εσπανιόλ και Μπάρσα συμπεριέλαβαν και ένα φιλικό, το οποίο έλαβε χώρα στο… αείμνηστο πλέον γήπεδο του Σαριά. Για την ιστορία, οι «Μπλαουγκράνα» επικράτησαν 2-1, με τον… Βαλβέρδε να ανοίγει το σκορ (και να μην πανηγυρίζει το γκολ) και τον Χούλιο Σαλίνας να το κλείνει.

Τα παραπάνω, βεβαίως, τα θυμήθηκα (;) ανατρέχοντας στο αρχείο της «Mundo Deportivo», αφού κατά τα άλλα δεν θυμάμαι τίποτα από εκείνη την βραδιά, όπου ο πατέρας μου, παρ’ ότι δεν αγάπησε ποτέ το ποδόσφαιρο, με πήγε να δω την αγαπημένη μου Μπάρσα (Μανόλο μου, σε ευχαριστώ γι’ αυτό και πάρα πολλά ακόμα).


Τίποτα, εκτός από μια στιγμή, που έλαβε χώρα λίγη ώρα πριν από την έναρξη του αγώνα. Ο πατέρας μου είχε φροντίσει να πάρει εισιτήρια στην σκεπαστή εξέδρα του γηπέδου, πολύ κοντά μάλιστα στα επίσημα. Στα προεόρτια του παιχνιδιού και ενώ χάζευα τον λιγοστό κόσμο στις εξέδρες και τις ομάδες να κάνουν προθέρμανση, περνούν από μπροστά μου δύο πολύ γνώριμες φιγούρες. Πρώτος ο Γιόχαν Κρόιφ και ξοπίσω του ο στενός συνεργάτης και καλός του φίλος (τουλάχιστον για αρκετά χρόνια, μέχρι να προκύψει ρήξη μεταξύ τους), Κάρλες Ρεσάκ!

Κοκαλώνω, σαλεύω, τον κοιτάω αποσβολωμένος. Για να είμαι ειλικρινής, απλώς πρόλαβα να τον δω μπροστά μου, όχι κάτι παραπάνω. Πιθανόν, αν στέκονταν μερικά δευτερόλεπτα να σχολιάσει κάτι με τον Τσάρλι, να είχα την δυνατότητα να τον πλησιάσω. Ντροπαλός όπως είμαι, όμως, μάλλον θα έμενα απλώς να τον κοιτάω.

Αυτή η φευγαλέα εμπειρία ήταν και η πιο έντονη που είχα στην ζωή μου με τον Γιόχαν Κρόιφ και ήθελα να την μοιραστώ μαζί σας, επ’ αφορμή της συμπλήρωσης δέκα χρόνων του Balacticos που, με τόσο μεράκι, έφτιαξε από το μηδέν ο λατρεμένος μου «Capità».

Νίκο μου, να το καμαρώνεις όπως το ονειρεύεσαι και να το εξελίσσεις καθημερινά. Ξέρω ότι δεν θα μου κακιώσεις επειδή κράτησα το «παιδί» σου για το τέλος, γιατί ποδοσφαιρικά έχουμε τον ίδιο πατέρα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου